Για τα γεγονότα του απεργιακού διημέρου στις 19 και 20 Οκτωβρίου

                                                        
     Η διήμερη απεργία στις 19 και 20 Οκτωβρίου ενάντια στο πολυνομοσχέδιο ήταν για πολλούς λόγους ιστορική. Η συμμετοχή στην απεργία ήταν μετά από πολλά χρόνια πραγματικά μεγάλη, ενώ η απεργιακή διαδήλωση της Τετάρτης 19/10 υπήρξε κατά γενική ομολογία μία από τις μεγαλύτερες μεταπολιτευτικές πορείες, με μεγάλη συμμετοχή των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα και με ογκώδη μετά από δεκαετίες συμμετοχή των εργαζόμενων στο Δημόσιο.
     Η ψήφιση του πολυνομοσχεδίου, ως αποκορύφωμα της σειράς ισοπεδωτικών μέτρων από την υπογραφή του Μνημονίου, κινητοποίησε πλατιές μάζες εργαζομένων, των οποίων οι υλικοί όροι ζωής υποτιμούνται διαρκώς στο πλαίσιο της υποτίμησης της εργατικής μας δύναμης και της συνακόλουθης εξαθλίωσης κοινωνικών στρωμάτων. Ακόμη και μεσαία και μικρά στρώματα, που τα τελευταία χρόνια είχαν εξασφαλίσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, βλέπουν κατακτήσεις και δικαιώματα να χάνονται με εξωφρενικό ρυθμό. Έναν ρυθμό που τον συμπυκνώνει θεσμικά και νομικά το νέο πολυνομοσχέδιο, στο οποίο περιλαμβάνεται από τους νέους φόρους στα κεφάλια μας μέχρι την κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων και την εργασιακή εφεδρεία.
     Η δυναμική των αντιστάσεων απέναντι στα νέα μέτρα είχε φανεί εδώ και αρκετό διάστημα, με όλους τους επαγγελματικούς κλάδους να αντιδρούν, όχι μόνο με απεργιακές κινητοποιήσεις αλλά και με δυναμικά μέσα, όπως οι καταλήψεις δημόσιων κτηρίων και σε πολλές περιπτώσεις η σύγκρουση με τις δυνάμεις καταστολής αλλά και το σαμποτάζ των απεργοσπαστικών μηχανισμών (εργαζόμενοι στους δήμους και ειδικά εκείνοι στον τομέα της καθαριότητας, μελλοντικοί απολυμένοι σε δημόσιους φορείς και υπουργεία, εργαζόμενοι στην υγεία και την εκπαίδευση, ταξιτζήδες).
Το ΚΚΕ κατά του οράματος της κοινωνικής ανατροπής
     Όλη αυτή η δυναμική όμως που προοιωνιζόταν μια αντιπαράθεση με ανεξέλεγκτες διαστάσεις για την κυριαρχία στο απεργιακό διήμερο της 19ης και 20ης Οκτωβρίου, βρήκε μπροστά της, πέρα από τους παραδοσιακούς κατασταλτικούς μηχανισμούς, το κόκκινο κιγκλίδωμα του ΠΑΜΕ μπροστά από τη Βουλή, αφήνοντας, κατά δήλωσή του, μόνο τους βουλευτές (και δη εκείνους του ΠΑΣΟΚ) να περάσουν, προκειμένου να ψηφίσουν «όχι» στο πολυνομοσχέδιο!! Το ΚΚΕ μετατρέποντας σε τσιφλίκι του το πεδίο του Συντάγματος και της Βουλής, διέλυσε εξ αρχής τις «εφηβικές ονειρώξεις για έφοδο στο κοινοβούλιο». Την πρώτη μέρα η επί ώρες παρουσία του ΠΑΜΕ στο σημείο, όχι μόνο καθυστέρησε την προσέγγιση και από άλλα μπλοκ διαδηλωτών σε μια πρωτοφανή σε μέγεθος διαδήλωση, αλλά παρείχε και το προστατευτικό δίχτυ, φυσικό αλλά και ψυχολογικό, απέναντι στην οργή και την αγανάκτηση των πληττόμενων προς την πολιτική διαχείριση. Αυτή η στάση του ΚΚΕ οδήγησε και στις συγκρούσεις της δεύτερης μέρας στο Σύνταγμα, όπου ο κόκκινος στρατός των ΚΝΑΤ, με γυρισμένη την πλάτη στα ΜΑΤ και μέτωπο κατά της διαδήλωσης, εφόρμησε προς το μη συγκροτημένο κομμάτι του κόσμου σε όλο το μήκος της Γεωργίου Α’, αποτελούμενο από διαδηλωτές με ή χωρίς κουκούλα, αναρχικούς, αριστερούς, ανένταχτους, μέλη του «Δεν Πληρώνω» ή ό,τι άλλο. Οι λεπτομέρειες για το ποιο μπλοκ ή ποιοι διαδηλωτές ξεκίνησαν την αντιπαράθεση λίγη σημασία έχει, καθώς οποιοσδήποτε τολμούσε να αμφισβητήσει πραγματικά την πρωτοκαθεδρία του ΠΑΜΕ, θα πυροδοτούσε τα ίδια γεγονότα.
     Η πολιτική επιλογή του ΚΚΕ στο απεργιακό διήμερο δεν ερμηνεύεται απλώς ως η επιβολή της «ηγεμονίας» του στο κίνημα ή ως η προβολή της πεποίθησής του ότι είναι ο αποκλειστικός εκφραστής της εργατικής τάξης και της λαϊκής πάλης.
     Σε μια ιστορικά οξυμένη ταξική αντιπαράθεση ελέω κρίσης και της μετατροπής των εργατών στην ελληνική επικράτεια σε πειραματόζωα επιβίωσης του καπιταλισμού, το ΚΚΕ επιβεβαίωσε με τον πιο εμφατικό τρόπο τη διαχρονική θέση του ΚΑΤΑ του οράματος της ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ. Τη στιγμή δηλαδή που ο καπιταλισμός έρχεται αντιμέτωπος με τις αντιφάσεις του, κλυδωνίζεται η συναίνεση/νομιμοποίηση του κράτους και της πολιτικής διαχείρισης, το ΚΚΕ ως αντιδραστική συστημική δύναμη το καθιστά ξεκάθαρο: εμείς θα εγγυηθούμε τη νομιμότητα και θα ορίζουμε εφεξής τους όρους αγώνα και αντιστάσεων, που απέχουν παρασάγγας από τη σύγκρουση και φυσικά την ανατροπή. Και αυτή η εγγύηση θα συνιστά και το εχέγγυο της ανακήρυξής του ως του μοναδικού συνομιλητή με το κράτος και την αστική τάξη.
     Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι εξ αρχής η ρητορική του ΚΚΕ επικεντρώθηκε στους μπαχαλάκηδες, προβοκάτορες, κουκουλοφόρους, χουλιγκάνια, αναρχοφασίστες, κλπ, χαρακτηρισμοί τους οποίους χρησιμοποιεί συστηματικά και η κυριαρχία περιγράφοντας πρακτικές που ξεπερνούν τα όρια της νομιμότητας στις διαδηλώσεις και όχι μόνο. Πρακτικές οι οποίες αποτελούν ένα κομμάτι της δράσης των αναρχικών, χωρίς όμως να είναι οι αποκλειστικοί φορείς αυτών. Ο ασκός με τους απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς και η εξάντληση του «κουκουλοφορισμού» (αγαπημένη λέξη στις σελίδες του Ριζοσπάστη) δεν έχει άλλο σκοπό από το να απονοηματοδοτήσει και να εξοβελίσει σε μια απροσδιόριστη, σκοτεινή σφαίρα την κοινωνική αντιβία και να επαναφέρει τους «αποκλίνοντες» στον ίσιο δρόμο των ειρηνικών μεταρρυθμίσεων.
     Προφανώς, η στάση του ΚΚΕ υπαγορεύθηκε και από τις βλέψεις του για το μερίδιο που θα λάβει στο μοίρασμα της εξουσιαστικής πίτας στις μελλοντικές εκλογές ή κυβερνητικές συνεργασίες, κλείνοντας ταυτόχρονα το μάτι σε συντηρητικά, μικροαστικά κομμάτια εντός του ΠΑΣΟΚ και όχι μόνο. Όμως, η εκπλήρωση αυτού του σκοπού προϋποθέτει και την εσωτερική συσπείρωση του κόμματος, καθώς ως βασικός πυλώνας του συστήματος διέρχεται κρίση μαζί μ’ αυτό. Μια εσωτερική συσπείρωση, η οποία αρχικά εξασφαλίστηκε με τις ίδιες του τις αλυσίδες, που έχοντας στραμμένα τα βλέμματά του όχι μόνο απέναντι στους άλλους, εκτός ΚΚΕ διαδηλωτές, αλλά και στους εντός του μπλοκ του, εξασφάλιζε ότι δεν πρόκειται να δράσει αυτοβούλως ουδείς. Επιπρόσθετα, οι εσωτερικές εκκαθαρίσεις φυγόκεντρων τάσεων, ειδικά στη νεολαία του, οι τελετουργικές αποκαταστάσεις κατασυκοφαντημένων από το ίδιο μελών του, η απόπειρα επανεμφάνισης στην κεντρική σκηνή των κοινωνικών αγώνων, από τους οποίους απουσίαζε την τελευταία δεκαετία, συνιστούν μια σειρά συσπειρωτικών προσπαθειών, που ολοκληρώθηκαν με τη φαντασιακή εικόνα της άμυνας απέναντι στη «σχεδιασμένη επίθεση παρακρατικών, προβοκατόρων κουκουλοφόρων». Ακόμη και ο νεκρός εργάτης του ΠΑΜΕ Δ. Κοτζαρίδης επιχειρήθηκε εξ αρχής να εμφανιστεί ως θύμα αυτών των συγκρούσεων.
     Μία ακόμη διάσταση της στάσης του είναι, και στην πράξη πλέον, ο βίαιος διεμβολισμός του πολύμορφου μετώπου αντιστάσεων, που γεννήθηκαν μετά τον Δεκέμβρη ’08 και οι οποίες μετά την υπογραφή του Μνημονίου έχουν διογκωθεί και εμπλουτιστεί. Δεν αναφερόμαστε μόνο στο πρόταγμα της αυτο-οργάνωσης, το οποίο έχει κερδίσει έδαφος στον ταξικό ανταγωνισμό, όπως φαίνεται πασίδηλα από την εξάπλωση των λαϊκών συνελεύσεων σε γειτονιές, την εδώ και χρόνια παρουσία αυτο-οργανωμένων εγχειρημάτων στα πανεπιστήμια, αλλά εσχάτως, έστω και σε εμβρυακό ακόμη στάδιο, στην εργασία, με σωματεία και εργατικές συνελεύσεις βάσης. Αναφερόμαστε σε όλο εκείνο το φάσμα αγωνιζόμενων, που παρά την επίδειξη ισχύος των κατασταλτικών μηχανισμών σε όλες τις προηγούμενες απεργιακές κινητοποιήσεις, δεν «γύρισαν σπίτια τους», αντίθετα έχουν βγει ακόμη πιο δυναμικά σήμερα, όπως απέδειξαν οι 400.000 διαδηλωτές/απεργοί της Τετάρτης. Σε όλο αυτό το διάστημα, η υπόθεση της αντίστασης έγινε υπόθεση διεργασιών στη βάση της κοινωνίας, είτε λέγονταν «οργισμένοι» απεργοί, είτε «αγανακτισμένοι» των πλατειών, είτε «σαλταρισμένοι» άνεργοι ή μελλοντικά απολυμένοι, είτε «άγριοι» νεολαίοι, για τους οποίους το άσμα του «no future» έχει πάρει σάρκα και οστά (η ισχνή μειοψηφία των οργανωμένων ακροδεξιών εκδιώχθηκε παντοιοτρόπως). Και προφανώς αυτά τα υποκείμενα, με όλες τις αντιφάσεις τους, και όχι κάποιο κόμμα, επέλεξαν τα μέσα, τον βίαιο ή ειρηνικό τρόπο της αντίστασής τους, τρόποι οι οποίοι και φυσικά δεν μπορεί να φετιχοποιούνται, ούτε να αποτιμώνται εκτός των κινηματικών διαδικασιών.
     Αυτές οι μορφές αντίστασης, ανεξαρτήτως των αξιολογικών κρίσεων γι’ αυτές ή την κριτική για τη ρευστότητα των φορέων τους, στρέφονταν κατά της πολιτικής εξουσίας, του κράτος και του κεφαλαίου. Το ΚΚΕ λοιπόν ήρθε να αλλάξει τη «φορά» και σε μια ιστορική 48ωρη απεργία να στρέψει το βελάκι στο σώμα των αντιστεκόμενων και ειδικότερα προς εκείνους που επιλέγουν τη σύγκρουση.
Για τη χρήση των μέσων
     Αναφορικά τώρα με τη χρήση των μέσων στις συγκρούσεις της Πέμπτης, η συζήτηση δεν μπορεί να εξαντλείται στις μολότωφ και τις πέτρες ως μέσα καθαυτά. Καταρχάς, η χρήση του οποιουδήποτε μέσου οφείλει να είναι «εμποτισμένη» με τη ευθύνη των συνεπειών, που φέρει. Τα μέσα οφείλουμε να τα ορίζουμε πάντα σε διαλεκτική σχέση με το σκοπό, ανεξάρτητα από τη μέγιστη αποτελεσματικότητα ή μη. Αυτό που πρέπει να στιγματιστεί είναι η χρήση αυτών των μέσων ως απόρροια της πρόθεσης να αποδοθεί συλλογική ευθύνη σε ένα ευρύτερο κομμάτι, εν προκειμένω των διαδηλωτών που κατέβηκαν με το ΠΑΜΕ, που παρότι δεν είναι αμέτοχοι ευθυνών, δεν ανέλαβαν την επιλογή να είναι στις αλυσίδες περιφρούρησης με κράνη και παλούκια. Όσον αφορά, όμως, στα μέλη των ΚΝΑΤ, έδρασαν ως αστυνομικός σχηματισμός και ως τέτοιος αντιμετωπίστηκε με τα μέσα που προορίζονταν για τις κατασταλτικές δυνάμεις. Αντιμετώπιση, που σε αρκετές περιπτώσεις αναχαίτισε την επίθεση των κόκκινων ορδών σε διαδηλωτές που δεν ήταν προετοιμασμένοι να δώσουν αυτή τη μάχη. Πραγματικά, όμως, το αίμα που χύθηκε εκατέρωθεν, όσο κυνικό και αν ακούγεται, είναι «ψιλά γράμματα» μπροστά στην ιστορική πολιτική επιλογή του ΚΚΕ να αυτοχρηστεί, εν μέσω της βαθιάς συστημικής κρίσης, ως περιφρουρητής του καθεστώτος.
Σχετικά με τις συγκουσιακές διαθέσεις των διαδηλωτών
     Μια μικρή παρένθεση είναι απαραίτητη σχετικά με τη συγκρουσιακή ή μη διάθεση των διαδηλωτών του διημέρου. Δεν διεκδικούμε την κατοχή κάποιου θερμόμετρου των συγκρουσιακών διαθέσεων κοινωνικών και επαγγελματικών ομάδων, ωστόσο είμαστε πεπεισμένοι πως δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε ασφαλές συμπέρασμα ότι «ο κόσμος δεν είχε διάθεση να συγκρουστεί». Απ’ τη στιγμή που ένας όγκος διαδηλωτών με τη στρατιωτική του περιφρούρηση στέκεται μπροστά από το πεδίο (συμβολικό ως έναν βαθμό λόγω των αγωνιστικών κινητοποιήσεων του τελευταίου χρόνου) του Συντάγματος, αυτομάτως προστίθεται στον κατασταλτικό μηχανισμό ένα δίχτυ, το οποίο ακριβώς λόγω της προέλευσής του, έφερε σε αμηχανία ακόμη και πολιτικά οργανωμένα κομμάτια, της αναρχίας συμπεριλαμβανομένης. Την Τετάρτη, εξάλλου, οριακά δεν εκτυλίχθηκε σε εκρηκτικό το κλίμα μεταξύ των ΚΚΕδων και διαδηλωτών της ΠΟΕ-ΟΤΑ και μόνο με την παρέμβαση των συνδικαλιστών του κλάδου, αμφότερων αναγνωρίσιμων, απεφεύχθη η συμπλοκή.
     Επιπλέον, η ηγεμονική θέση του ΚΚΕ δεν επέτρεψε στην πορεία να έχει τη ροή που θα επέτρεπε εκτεταμένες συγκρούσεις, ενώ συγχρόνως έδωσε τη δυνατότητα στις αστυνομικές δυνάμεις να κινούνται με μεγαλύτερη άνεση έχοντας «ασφαλισμένη» την κόκκινη ζώνη της Βουλής και ως εκ τούτου να κατέχουν μεγαλύτερο πλεονέκτημα, ώστε να σπάσουν χειρουργικά τη διαδήλωση στο κομμάτι Πανεπιστημίου/Σταδίου. Επιπρόσθετα, αυτός ο γεωγραφικός καταμερισμός ελέω ΚΚΕ απέκλεισε κομμάτια, όπως οι ταξιτζήδες, στην Ακαδημίας, όπου οι συγκρούσεις δεν μπορούσαν παρά να διαρκέσουν ελάχιστα, λόγω της απομόνωσης και της έλλειψης οργάνωσης της ομάδας αυτής.
Οπωσδήποτε, πιο ασφαλής πυξίδα ήταν οι δυναμικές κινητοποιήσεις, λίγες μόνο μέρες πριν το απεργιακό διήμερο, κοινωνικών ομάδων (πχ, ενάντια στους νέους φόρους) καθώς και επαγγελματικών κλάδων, ακόμη και του Δημοσίου, στις γραμμές του οποίου μεταπολιτευτικά βρίσκεται ο πυρήνας των μηχανισμών συγκρότησης της συναίνεσης των δύο μεγάλων κομμάτων και ειδικά του ΠΑΣΟΚ. Η κρίση αυτή, που εν πολλοίς μπορεί να περιγραφεί ως κρίση νομιμοποίησης της πολιτικής διαχείρισης, έδινε τον τόνο της αντισυναινετικής στάσης, η οποία έχει ωστόσο τα όριά της ελλείψει ανταγωνιστικών ταξικών προταγμάτων μπροστά σε ένα συμπαγές, οργανωμένο μπλοκ με πολιτικά χαρακτηριστικά και την έξωθεν μαρτυρία της «αγωνιζόμενης αριστερής δύναμης». Η ιστορία όμως έχει ήδη γραφτεί. Ένα απεργιακό 48ωρο που θα μπορούσε να εγγραφεί κοινωνικά ως η συμπύκνωση της οργής και των συγκρουσιακών διαθέσεων, που είχαν επιδείξει όλοι σχεδόν οι κλάδοι το προηγούμενο διάστημα, αποτυπώθηκε στη συλλογική μνήμη ως το πεδίο των βίαιων αντιπαραθέσεων μεταξύ διαδηλωτών. Και γι’ αυτό είναι αποκλειστικά υπεύθυνο το ΚΚΕ.
Η στάση της υπόλοιπης αριστεράς
     Φυσικά, πίσω από το ΚΚΕ έτρεξαν να συνταχθούν και άλλες αριστερές γκρούπες, αρπάζοντας την ευκαιρία να βγάλουν χολή κατά του συγκρουσιακού και ρηξιακού χαρακτήρα των αντιστάσεων. Όλες εκείνες οι αριστερές ηγεσίες που νεφελοβατούν πάνω στο σύννεφο του «ενωμένου αριστερού πόλου», λες και υπάρχει ποτέ περίπτωση να τους παραχωρήσουν σπιθαμή ηγεμονίας οι σταλινικοί του ΚΚΕ. Οι κατάπτυστες ανακοινώσεις του ΣΥΡΙΖΑ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, της ΚΟΕ και άλλων οργανώσεων αναπαρήγαγαν σχεδόν αυτούσια τα περί «οργανωμένου σχεδίου παρακρατικών μηχανισμών», «εγκληματικών στοιχείων», «κουκουλοφόρων που στράφηκαν κατά του κινήματος», κάνοντας αβάντα στην επιλογή του ΚΚΕ, παρότι είχε αποκλείσει και στους ίδιους την πρόσβαση στη Βουλή. Φυσικά, υπήρχαν και αριστερές δυνάμεις, που δεν χόρεψαν στο σταλινικό τέμπο της προβοκατορολογίας, αλλά αντίθετα ανέδειξαν τον αισχρό ρόλο του ΚΚΕ και στιγμάτισαν την επιλογή της περιφρούρησης του αστικού κοινοβουλίου και τη μεσσιανική αντίληψη του κόμματος εντός της εργατικής τάξης. Αποκλίνουσες θέσεις σε σχέση με τις ηγεσίες τους ανέπτυξαν και ορισμένα αριστερά κομμάτια εντός των παραπάνω σχηματισμών, καθιστώντας ακόμη πιο επιτακτικό προς την υπόλοιπη βάση να πάρει θέση για τη συκοφαντία σε βάρος αγωνιζόμενων, που δεν θα μπορούν να «αγνοήσουν» όταν διασταυρώνονται σε τοπικούς ή εργατικούς αγώνες.
Η επόμενη μέρα
     Η φυσική αντιπαράθεση με το ΚΚΕ για εμάς τελείωσε στο Σύνταγμα. Η απάντηση που δόθηκε στην επιλογή του ΠΑΜΕ την ημέρα εκείνη ήταν επαρκής και θα ήταν αυτοαναφορικό και ναρκισσιστικό να σταθούμε εκεί. Η πραγματική απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική και η όποια πολεμική εφεξής θα είναι αυτιστική αν δεν εντάσσεται στην πολεμική ενάντια στο κράτος και το κεφάλαιο. Η επόμενη μέρα δεν μπορεί παρά να σημάνει την όξυνση του αγώνα για τη διάχυση και κοινωνικοποίηση των αξιών της αυτο-οργάνωσης, της αντίστασης, της σύγκρουσης και της αλληλεγγύης. Τη συνέχιση του αγώνα στις γειτονιές, τα σχολεία, τα παν/μια, την εργασία και την “πρόσωπο με πρόσωπο” αντιπαράθεσή μας στους χώρους αυτούς με τους εκπροσώπους του συστήματος και τα δεκανίκιά του.
     Όμως, ο δρόμος αυτός δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα, ξεκινώντας πρώτα απ’ όλα από τις δικές μας αδυναμίες, τόσο στην πολιτική μας συγκρότηση, όσο και στην οργάνωση στον δρόμο, που είναι άμεση αντανάκλαση της πρώτης. Διαπιστώνοντας τη νέα κοινωνική κατάσταση εντός της οποίας η σφοδρότητα των συγκρούσεων είναι πρωτοφανής λόγω της διαρκούς υποτίμησης των συνθηκών ζωής και της αναβάθμισης της κατασταλτικής βίας, οφείλουμε να συμμετέχουμε οργανωμένα στις διαδηλώσεις, μέσα από συλλογικές διαδικασίες σχημάτων και μορφωμάτων με στόχο τη διάχυση των πολιτικών μας σκεπτικών. Δεν αρκεί η αυτοϊκανοποίηση ότι κοινωνικά κομμάτια υιοθετούν πρακτικές άμεσης δράσης, τις οποίες εγκολπώνει εδώ και δεκαετίες ο αναρχικός χώρος. Η ρευστότητα των υποκείμενων που αντιδρούν, οργίζονται ή και συγκρούονται δεν μπορεί να παραμένει στο ίδιο σημείο “τήξης”, εκτοπίζοντας την ταξική συνείδηση και αναπαράγοντας την οικεία αφήγηση των καταπιεσμένων που απαντούν στην καθημερινή βία του καθεστώτος, όσο και αν έχει ερείσματα στην πραγματικότητα. Πρέπει να πάμε παρακάτω.
     Η δημιουργία νέων πυρήνων άμεσης και αδιαμεσολάβητης δράσης και παραγωγής λόγου με κοινωνική διεισδυτικότητα αποτελεί προφανή στόχο για την ενίσχυση των αντιστάσεων. Όπως και η δικτύωση, η επικοινωνία και ο συντονισμός των υπαρχουσών διαδικασιών/δομών στη βάση των καθημερινών μας αναγκών και προβλημάτων στη γειτονιά που ζούμε, στην εργασία που μας απομυζούν. Να απλώσουμε το περιεχόμενο της αυτο-οργάνωσης κοινωνικά όχι ως έτοιμη λύση κάποιων ειδικών, αλλά ως εμπερικό απόσταγμα μέσα από διαδικασίες αγώνα, που διαμορφώνουν-το σημαντικότερο-εχθρικές προς τον καπιταλισμό σχέσεις. Το ξεδίπλωμα ενός αυτο-οργανωμένου, ακηδεμόνευτου κινήματος με ανατρεπτικά χαρακτηριστικά αποτελεί τον εφιάλτη της κάθε παραφυάδας του συστήματος και με αυτόν τον εφιάλτη να επιδιώξουμε να στοιχειώσουμε τα όνειρα των στυλοβατών της κυριαρχίας, δεξιών και αριστερών.
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ-ΑΥΤΟΟΡΓΑΝΩΣΗ-ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ-ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ

Αφήστε μια απάντηση