Οι αρχικές διαρροές που συνέδεαν τον Σίμο Σεϊσίδη με τη ληστεία στον Ταύρο αποσύρονται ως δια μαγείας εν μία νυκτί. Εντούτοις, αυτή τη στιγμή παραμένει όμηρος στα χέρια του κράτους, κατηγορούμενος για συμμετοχή στους βαφτισμένους από την αστυνομία και τα ΜΜΕ «ληστές με τα μαύρα», για την οποία διώκονταν ήδη από τις αρχές του 2006. Τότε, ως «συνήθης ύποπτος» από παλιά για τις Αρχές, με συνοπτικές διαδικασίες θεωρήθηκε ένοχος για τη ληστεία την 17η Ιανουαρίου στην Εθνική Τράπεζα στη Σόλωνος και για σωρεία άλλων ληστειών. Τα στοιχεία ανύπαρκτα, η αδιάλειπτη συμμετοχή του όμως στους κοινωνικούς αγώνες και η αντικρατική του δράση πλήρως υπαρκτή. Ο Σίμος αρνείται να παραδοθεί στις Αρχές και διαφεύγει, όπως και οι άλλοι 2 κατηγορούμενοι (Μ. Σεϊσίδης, Γ. Τσιρώνης) για την ίδια υπόθεση. Τον Οκτώβρη του 2009, με υπουργική απόφαση, και ενώ τα σημάδια της οικονομικής κρίσης είχαν αρχίσει να γίνονται πιο έντονα, το κράτος θεωρεί προτεραιότητά του να επικηρύξει τους τρεις διωκόμενους με το ποσό των 600.000 €. Όπως θα αποδειχτεί, όμως, ακόμα και στο δικαστήριο οι «ληστές με τα μαύρα» δεν είναι παρά ένα επικοινωνιακό παιχνίδι των Αρχών και των ΜΜΕ. Ο συλληφθής για τη ληστεία στη Σόλωνος, αναρχικός, Γιάννης Δημητράκης, αθωώνεται για τις επιπλέον ληστείες και το κατασκεύασμα των «φοβερών και τρομερών κακοποιών», στους οποίους είχαν φορτωθεί σχεδόν όλες οι ορφανές ληστείες στα συρτάρια της ΓΑΔΑ, αποκαλύπτεται.
Το κράτος, επικουρούμενο από τα ΜΜΕ είχε, όμως, επιτελέσει το σκοπό του. Η ηθική και πολιτική απαξίωση του Σίμου είχε πραγματωθεί, η αναπόδεικτη κατηγορία της συμμετοχής στη ληστεία της Σόλωνος παρέμενε και η εικόνα του που φιγούραρε σε όλα τα αστυνομικά τμήματα, ως «σεσημασμένος κακοποιός», έδινε την νομιμοποίηση στον κάθε μπάτσο να εξασκήσει τη σκοποβολή του πάνω του.
Η στάση που επεφύλαξε και επιφυλάσσει το κράτος στον αγωνιστή Σίμο Σεισίδη βασίζεται στην πλήρη αντιστροφή της πραγματικότητας. Όπως αποδεικνύεται και από τη δικογραφία, ο μπάτσος πυροβόλησε τον Σίμο εν ψυχρώ και από πίσω χωρίς επουδενί να απειλείται από τον διωκόμενο. Έτσι, το θύμα μετατρέπεται αυτόματα σε θύτη, απλώς και μόνο γιατί ο ένας τυγχάνει να είναι αναρχικός και ο άλλος κρατικό όργανο. Τι και αν ακόμα και οι μπάτσοι που βρίσκονταν στο σημείο δεν μαρτυρούν ότι ο Σίμος κρατούσε όπλο ή ακόμα περισσότερο το είχε στρέψει προς τους διώκτες του. Ψιλά γράμματα τη στιγμή που η εξουσία οφείλει να επιβάλλει τη δική της αλήθεια.
Τα παραπάνω αποδεικνύουν ότι τη στιγμή που η κυριαρχία το μόνο που «παρέχει» είναι περισσότερη φτώχεια, ταυτόχρονα εγγυάται μέσω των δολοφόνων μπάτσων της περισσότερη απαξίωση της ίδιας της έννοιας της ζωής, στοχεύοντας και πυροβολώντας αδιακρίτως. Τα διαρκώς διογκούμενα σώματα ασφαλείας, με ρητή εντολή για μηδενική ανοχή, χτυπάνε, τρομοκρατούν, πυροβολούν χωρίς κανέναν ενδοιασμό, όποιον θεωρούν ύποπτο. Είναι ακόμα πιο σαφές σήμερα ότι αυτό που υπόσχεται το κράτος στους «υπηκόους του» είναι η ωμή καταστολή. Πολλώ δε μάλλον για ανθρώπους που έχουν ρητώς, εδώ και χρόνια, επιλέξει το άλλο στρατόπεδο του κοινωνικού ανταγωνισμού. Αυτό στο οποίο κυριαρχεί η αντίσταση, ο αγώνας, η αλληλεγγύη και το όραμα για ελευθερία και αξιοπρέπεια. Αυτό το στρατόπεδο στο οποίο το κράτος βλέπει τα σπάργανα της καταστροφής του και εντός του τους ορατούς εχθρούς τους οποίους οφείλει να τσακίσει, να αφήσει ανάπηρους, να σκοτώσει.
Κανένας αγωνιστής δεν θα μείνει μόνος του στα χέρια του κράτους
Άμεση απελευθέρωση του αναρχικού Σίμου Σεϊσίδη
Χορός της Καρμανιόλας